Ο κομματικά διορισμένος δημόσιος υπάλληλος δεν θα γίνει ποτέ κοινωνικός λειτουργός, το ίδιο και ο νόμιμα διορισμένος αλλά προσκολλημένος, για την «προστασία» του, σε κόμμα.
Το κομματικό κράτος είναι στην Ελλάδα σύμφυτο με την παρωδία του «έθνους - κράτους», που υποκατέστησε στανικά (με τις βαυαρικές λόγχες) τον κοσμοπολίτικο Ελληνισμό των μικρών αυτοδιαχειριζόμενων κοινοτήτων. «Εφυγεν ο Τούρκος και ήρθεν ο δημόσιος υπάλληλος» – οι κομματάνθρωποι παραμένουν «χαλασοχώρηδες», διακόσια χρόνια τώρα, απαράλλαχτοι, όπως τους περιέγραψε ο Παπαδιαμάντης.
Δεκαετίες πολλές η τάχα και Αριστερά (μεταπρατική - εισαγόμενη, όπως όλα στον βαλκανικό επαρχιωτισμό μας) χλεύαζε και λοιδορούσε το κομματικό κράτος της «δεξιάς» ή «κεντρώας» ρουσφετολαγνείας. Όμως, μόλις της δόθηκε μετοχή (εξευτελιστικά διακοσμητική) σε κυβερνητικό σχήμα (Φώτης Κουβέλης, με Σαμαρά και Βενιζέλο, το 2013), απαίτησε αμέσως μερίδιο στους διορισμούς δημόσιων υπαλλήλων με «ποσόστωση» 4-2-1.
Η ολική έκλειψη συνείδησης κοινωνικών προτεραιοτήτων στον Δημόσιο Τομέα, η εκδοχή του Δημόσιου Τομέα ως πεδίου αντιμαχίας ή εξισορρόπησης οικονομικών πρωταρχικά συμφερόντων, σημαίνει (για όποιον θέλει να δει την πραγματικότητα) το τέλος της δημοκρατίας.
Έχει χαθεί ακόμα και η διαφοροποίηση του πολιτικού λεξιλογίου: τη γλώσσα της τάχα «Δεξιάς», του τάχα «Κέντρου», της τάχα «Αριστεράς», την κατασκευάζουν οι ίδιοι επαγγελματίες της διαφήμισης, με τη λογική να κερδηθούν οι εντυπώσεις, να υποκλαπεί η ψυχολογική προτίμηση. Εκτός από χρεοκοπημένη, υπόδουλη στην «επιτρόπευση», η Ελλάδα σήμερα είναι, πριν από κάθε τι άλλο, μια χώρα φαιδρή. Ο πρωθυπουργός κομπάζει κωμικά ότι αναλαμβάνει την «πολιτική ευθύνη» για τον εφιάλτη στην Ανατολική Αττική, χωρίς να εξηγεί τι σημαίνει έμπρακτα η ανάληψη «ευθύνης» και αν οι αποζημιώσεις, που αμέσως υποσχέθηκε στους πυρόπληκτους, θα δοθούν και στους καταπατητές δημόσιας γης.
Ακούσαμε επανειλημμένα από κρατικούς «αρμόδιους» ότι το σύνολο των αυθαίρετων κτισμάτων σε ολόκληρη τη χώρα υπολογίζεται σε ένα εκατομμύριο!
Μια χώρα φαιδρή, γελοιώδης. Έτσι, «για την Ιστορία», θα άξιζε να απογράψει κανείς δημόσιους οργανισμούς, κρατικούς «φορείς», ιδρυματικά εφευρήματα που από τις ονομασίες τους κραυγάζουν ότι επινοήθηκαν προορισμένα για συγκεκριμένους ρουσφετολήπτες, όχι γιατί υπήρχε κοινωνική ανάγκη.
Η αυτοαχρήστευση και διαφθορά της πολιτικής είναι «βλάβη ανήκεστος». Δεν διορθώνεται με θεωρητικές αναλύσεις, εκκλήσεις, υποδείξεις. Παράλληλα, ο πληθυσμός της χώρας γίνεται όλο και περισσότερο άγλωσσος – άρα και άσκεπτος, αφού άνθρωπος χωρίς γλώσσα είναι άνθρωπος χωρίς σκέψη.