«Τα κομματικά μέλη και στελέχη, σε όποια δουλειά του Κόμματος κι αν είναι αυτά
χρεωμένα, ποτέ δεν εξάρτησαν αυτήν τη σχέση με μισθούς και συμβάσεις. Ούτε με μονιμότητα χρέωσης στα καθήκοντά τους. Ως απλοί στρατιώτες του Κόμματος δρουν εκεί που προστάζουν οι ανάγκες της κομματικής δράσης. Και το ύψος του κομματικού μισθού είναι ανάλογο του επιπέδου του μεροκάματου των εργατών και όχι των μεγαλοδημοσιογράφων των αστικών Μέσων.» (Ριζοσπάστης 6/7/2010 σ.4).
Εδώ έχουμε απροκάλυπτη απειλή απολύσεων, σε συνδυασμό με εσωκομματικό εκβιασμό, και σε κάθε περίπτωση επαγγελματική απαξίωση των κομματικών μελών-συντακτών του Ριζοσπάστη και του 902.
Όλα αυτά για την ΕΣΗΕΑ είναι ως μη γενόμενα, επειδή-λέει- δεν υπάρχει επώνυμη καταγγελία. Τα όσα έχουν γραφτεί στο Ριζοσπάστη δεν είναι επώνυμες ομολογίες; Γιατί το ΔΣ και τα Πειθαρχικά Οργανα δεν καλούν τους Παναγιώτη Ράμμο (μέλος ΔΣ ΕΣΗΕΑ), Παύλο Αλέπη ( αρχισυντάκτη «Ρ»), Χρήστο Μανταλόβα (εκπρόσωπο εργαζόμενων στο «Ρ»), Σταύρο Ξενικουδάκη (γραμματέα Κομματικής Οργάνωσης «Ρ»), Τάκη Τσίγκα (διευθυντή 902) και όλους όσους έχουν αρθρογραφήσει ως τώρα, ή θα αρθρογραφήσουν για το θέμα στο «Ρ», κατ’ εντολή της διεύθυνσης της επιχείρησης, και είναι μέλη της ΕΣΗΕΑ, να δώσουν εξηγήσεις για τα όσα έχουν γράψει.
Τι περιμένει η ΕΣΗΕΑ; Η παρακράτηση του μισθού των συντακτών του «Ρ» να γίνει στο ταμείο; Τόσο αφελείς έχει τους υπεύθυνους της επιχείρησης; Εκτός κι αν η μη επέμβαση της ΕΣΗΕΑ οφείλεται στη ανίερη (αλλά πολιτικά κατανοητή στη σημερινή συγκυρία) συμμαχία Ράμμου-Νταβανέλλου.
Η πιθανή μετατόπιση εφαρμογής της απόφασης μείωσης μισθών στο «Ρ» και 902, για μετά τις Δημοτικές εκλογές, λόγω του ντόρου που έχει σηκώσει, σε τίποτα δεν δίνει άλλοθι στην μη επέμβασή της ΕΣΗΕΑ εδώ και τώρα.