Του Μανώλη Κοττάκη
Ο θάνατος του Κώστα Σημίτη ήταν τελικώς μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να αναδυθεί στην επιφάνεια όλο το δίκτυο που είχε οργανώσει μεθοδικά εντός του συστήματος ο πρώην πρωθυπουργός τόσο στα χρόνια της ενεργούς συμμετοχής του στην πολιτική όσο και μετά την αφυπηρέτησή του από αυτήν.
Ήταν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για να αποκαλυφθεί η ασύλληπτη υπεροψία που θρέφουν για σημαντικό μέρος του ελληνικού λαού ο εκσυχρονισμός και τα τέκνα του.
Κοινωνικώς μειοψηφικά ρεύματα, όπως αυτό του εκσυγχρονισμού, που αντιμετωπίζουν τον απλό πολίτη ως αγράμματο υπήκοο, στον οποίο -κατά Σημίτη- αρνούνταν να δώσουν το χέρι, αν δεν τον γνώριζαν προσωπικώς (τέτοιος ρατσισμός!), επιβάλλονται, πρώτον, με την «κατάληψη» σημαντικών βραχιόνων του συστήματος, όπως τα ΜΜΕ, οι τράπεζες, οι εταιρίες δημοσκοπήσεων, τα πανεπιστήμια, οι Ακαδημίες κ.λπ. και, δεύτερον, με τη συστηματική υποτίμηση της σοφίας των λαϊκών πλειοψηφιών και της ελευθερίας έκφρασής τους.
Τι δεν ακούσαμε και τι δεν μάθαμε αυτές τις ημέρες!
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας και αρχηγός του κράτους Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η οποία εκφώνησε προσφάτως επικήδειο λόγο για τον κεντροαριστερό Γιάννη Μπουτάρη, επρόκειτο να εκφωνήσει σήμερα επικήδειο λόγο για τον επίσης κεντροαριστερό πρώην αρχηγό και πρωθυπουργό του τρίτου σε εκλογική δύναμη κόμματος στις τελευταίες εκλογές. Ακόμα μια φορά, μετά τον γάμο, χρωματίστηκε. Αποκάλυψε τις πολιτικές της προτιμήσεις. Ενώ υποτίθεται ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι ανεύθυνος άρχων και ρυθμιστής του πολιτεύματος.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης μίλησε απαξιωτικά «για την Ελλάδα της μιζέριας και της ψωροκώσταινας και των πατριωτών που τρέπονται εις φυγήν πριν πέσει τουφεκιά». Αγνοώντας ότι υπάρχουν απλοί άνθρωποι που πληρώνουν κόστος σε καιρό ειρήνης επειδή πυροβολούν με άλλα «όπλα» τους επιβουλείς της χώρας και δεν συμβιβάζονται με τη μικρά και έντιμο Ελλάδα των «ευχαριστώ τους Αμερικανούς».
Ο υπουργός Δημόσιας Τάξης Μιχάλης Χρυσοχοΐδης εξύμνησε τη μεθοδικότητα του πρώην πρωθυπουργού, αλλά ξέχασε να πει πως ο Σημίτης τον άφησε στα κρύα του λουτρού το 2003. Πρώτα τον εξέλεξε στη θέση του γραμματέα του ΠΑΣΟΚ, στη θέση του Κώστα Λαλιώτη, και μετά, χωρίς να του πει τίποτε και να τον ενημερώσει, παραιτήθηκε από τη θέση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ.
Ο πρώην πρωθυπουργός, σε αντίθεση με τον διωκόμενο Ανδρέα Παπανδρέου του 1993, απαξίωσε να θέσει τη θητεία του στην κρίση του ελληνικού λαού και άφησε τον Παπανδρέου να χάσει στο πόδι του. Το επιχείρημά του για την άτακτον φυγήν; «Δεν αρέσουμε πια, Μιχάλη».
Ο Δημήτρης Ρέππας υποστήριξε ότι «ο Σημίτης παρέλαβε μια βαλκανική Ελλάδα στην Ευρώπη και παρέδωσε μια ευρωπαϊκή Ελλάδα στα Βαλκάνια». Προφανώς αυτό ήταν ένα «κομπλιμέντο» του έντιμου Αρκάδα για τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ Ανδρέα Παπανδρέου, από τον οποίο «παρέλαβε» τη βαλκανική Ελλάδα ο Κώστας Σημίτης.
Η Άννα Διαμαντοπούλου απαίτησε περίπου την καθολική καταδίκη της ελευθερίας έκφρασης της Αφροδίτης Λατινοπούλου επειδή είπε κάτι πράγματι ιδιαιτέρως οξύ για την υστεροφημία Σημίτη.
Ενημερωτικά σάιτ έφθασαν στο σημείο να εξισώσουν τον Σημίτη με τον Λεπέν για να συγκρίνουν τη δήλωση του Αντώνη Σαμαρά για τον θάνατό του με την ανακοίνωση της Γαλλικής Προεδρίας για τον θάνατο του ηγέτη της γαλλικής Ακροδεξιάς και να τον κατηγορήσουν για εμπάθεια. Ενόχλησε που ο Μεσσήνιος τον αποκάλεσε «ιστορικό αντίπαλο της Ν.Δ.».
Η νέα καθεστωτική απαίτηση ήταν λοιπόν η εξής: Όλοι όσοι μιλήσουν δημοσίως να καθαγιάσουν τον πρώην πρωθυπουργό. Οι δύο τρεις που αποτόλμησαν, έστω ακαίρως και καθ’ υπερβολήν, να μιλήσουν πριν από την ταφή ερρίφθησαν στο πυρ το εξώτερον της ιεράς εξετάσεως.
Διαβάσαμε ακόμα αυτές τις ημέρες: Άρθρο του πρώην υπουργού και φίλου του Κώστα Σημίτη, Τάσου Γιαννίτση, ο οποίος, για να αποδείξει τη σεμνότητα και την ταπεινοφροσύνη του ανδρός, έγραψε ότι αντέδρασε στη διαγραφή του από το ΠΑΣΟΚ με απόφαση Παπανδρέου ως «βουλευτάκος της Άνω Ποταμιάς». Δυστυχώς, έτσι έχουν στο μυαλό τους στον εκσυγχρονισμό τους βουλευτές περιφερείας, έτσι τους βλέπουν: ως «βουλευτάκους».
Διαβάσαμε επίσης άρθρο του εξαιρετικού κατά τα λοιπά δημοσκόπου Στράτου Φαναρά, ο οποίος συγκινημένος ομολόγησε ότι «Πρόεδρε, αν με ξανακαλούσες, θα ανταποκρινόμουν στο κάλεσμά σου». Πρωτότυπο: Δημοσκόπος ανταποκρίνεται στο κάλεσμα πρωθυπουργού.
Διαβάσαμε ακόμα ομολογία ανταποκριτού μεγάλης γαλλικής εφημερίδας ότι την ημέρα εκλογής του Κώστα Σημίτη στην πρωθυπουργία το 1996 και πολύ πριν γίνει γνωστό το αποτέλεσμα έστειλε πιεζόμενος από τον δημοσιογραφικό χρόνο στο μέσο όπου απασχολείτο έτοιμο ρεπορτάζ για τη… νίκη του Κώστα Σημίτη. Χωρίς να έχει δεδομένα στη διάθεσή του. Αξιέπαινον, πράγματι.
Τέλος, διαβάσαμε την αποκάλυψη έγκριτου συναδέλφου μας, από τους καλύτερος της γενιάς του, για το πώς αντιλαμβανόταν ο αείμνηστος τη λειτουργία του Τύπου. Όταν εκείνος έγραψε ότι «ο Σημίτης δεν είναι καλός για παρέα στην ταβέρνα αλλά θα ήταν άριστος για… διαχειριστής πολυκατοικίας», ο πρώην πρωθυπουργός τού διαμαρτυρήθηκε εντόνως.
Μια λεπτή γραμμή ενώνει όλες τις παραπάνω συμπεριφορές: Η παραβίαση κάθε αρχής χάριν του σκοπού. Να γιατί μοιάζουν τα συστήματα. Τα πρώην, τα παρόντα και τα επόμενα. Γιατί ακολουθούν τις ίδιες ακριβώς πρακτικές. Χθες, σήμερα, αύριο.
Το τετραήμερο πένθος ήταν στην πραγματικότητα μια μοναδική ευκαιρία ανάδυσης και παράταξης όλου του συστήματος Σημίτη στην επιφάνεια όπως παρατάσσονται οι ναύτες και οι αξιωματικοί στην επιφάνεια των υποβρυχίων.
Ο ελιτισμός, η υποτίμηση, η περιφρόνηση, η βαθιά αποστροφή για καθετί λαϊκό, η απεμπόληση της ανεξαρτησίας και της ουδετερότητας θεσμών που προώρισται να είναι ανεξάρτητοι και ουδέτεροι και, τέλος, η παράταξη όλων των υπουργών του ΠΑΣΟΚ που αυτομόλησαν στη Ν.Δ. είναι ένα πρώτης τάξεως πολιτικό δώρο στην ελληνική κοινωνία.
Η οποία, πρώτον, κατάλαβε και επισήμως πόσο ΠΑΣΟΚ έχει γίνει η Ν.Δ. και, δεύτερον, εθλίβη σε ανθρώπινο επίπεδο για την απώλεια ενός ανθρώπου, αλλά ελάχιστα πένθησε σε πολιτικό επίπεδο τον Κώστα Σημίτη.
Πολύ ολίγος κόσμος συμμετείχε στο τετραήμερο πένθος του κυρίου Μητσοτάκη, των υπουργών του και λοιπών ακολούθων του για την απώλεια του μέντορός τους.